- Πρόδρομος, Θεόδωρος
- Λόγιος των χρόνων της βυζαντινής δυναστείας των Κομνηνών, πιθανός δημιουργός των προδρομικών (ή πτωχοπροδρομικών) ποιημάτων. Kέρδισε τη συμπάθεια των αυλικών κύκλων και του ίδιου του αυτοκράτορα –του Ιωάννη (1118 – 1143) και αργότερα του γιου του Μανουήλ (1143 – 1180)– οι οποίοι τον προστάτευαν οικονομικά. Την προστασία των ισχυρών ο Π. τη ζητούσε με τον ευτράπελο, γεμάτο δροσερό λαϊκό πνεύμα, αλλά και επαιτικό τρόπο των στίχων του. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο ποιητής μόνασε με το όνομα Ιλαρίων. Εικάζεται πως πέθανε λίγο μετά το 1166. προδρομικά ή πτωχοπροδρομικά ποιήματα. Τέσσερα ποιήματα, που σώθηκαν σε 7 χειρόγραφα με κάποιες διαφορές μεταξύ τους. Είναι ό,τι αξιολογότερο διασώθηκε με το όνομα του Π. Στο πρώτο ποίημα ο ποιητής, που μιλά σε πρώτο πρόσωπο, απευθύνεται στον αυτοκράτορα Ιωάννη και τον ευχαριστεί δουλικά (αλλά και με χιούμορ πάντοτε) για τις λαμπρές και παντοίες ευεργεσίες του. Μετά διεκτραγωδεί την κακία της μαχίμου γυναικός του, η οποία, κρατώντας από αριστοκρατική γενιά, του θυμίζει με εξευτελιστικό τρόπο τη δική του ταπεινή καταγωγή και φτώχεια που περιγράφεται, επίσης, με σπαρταριστό τρόπο. Το δεύτερο ποίημα, απευθυνόμενο στον αυτοκράτορα Μανουήλ, έχει στόχο του τους ηγουμένους των μοναστηριών (ο ποιητής είναι τώρα ο μοναχός Ιλαρίων) και αποτελεί μια καυστική σάτιρα κατά των καλογήρων. Το δράμα της φτώχειας αναπαριστάνεται, με ζωηρά χρώματα και με την επιτυχημένη χρήση της ζωντανής και γραφικής λεπτομέρειας, στο τρίτο ποίημα, το οποίο ο ποιητής απευθύνει πάλι στον αυτοκράτορα Μανουήλ. Ως αιτία της φτώχειας του εμφανίζει εδώ τη μακρόχρονη –και μάταιη– προσπάθειά του να μορφωθεί· τα γραμματικά τού στέρησαν την υλική απόλαυση της ζωής, την οποία θα του εξασφάλιζε μια οποιαδήποτε χειρωνακτική εργασία· ανοίγοντας το αρμάρι του, γεμάτο χαρτιά τώρα, θα το έβρισκε γεμάτο ψωμίν, κρασίν πληθυντικόν και θυννομαγειρίαν και πολλά άλλα αγαθά. Το τέταρτο ποίημα αναφέρεται στην οικογενειακή ζωή του συντάκτη του, δίχως να έχει τη μισογυνική αιχμή του πρώτου. Τα προδρομικά ποιήματα, γνωστά ήδη στον λόγιο Λεόντιο Αλλάτιο (1586 – 1669), προκάλεσαν το ενδιαφέρον πολλών ερευνητών από το 1828, όταν ο Κοραής τα δημοσίευσε για πρώτη φορά. Ακολούθησαν πολλές (και πληρέστερες) εκδόσεις, ενώ ο Αιμίλιος Λεγκράν δημοσίευσε και γαλλική μετάφρασή τους. Είναι γραμμένα σε αστική γλώσσα της εποχής –που δεν έχει καμιά σχέση με τη σύγχρονή της νεκρή γλώσσα των λογίων–, σε 15σύλλαβους λαϊκούς στίχους και αποτελούν σπάνια πηγή ειδήσεων για την κοινωνική κατάσταση και τα ήθη των μέσων του 12ου αι. Το πρόβλημα της ύπαρξης ενός ή περισσότερων ποιητών, που απασχολεί την έρευνα, έχει και γενικότερη σημασία. Η παρουσία πολλών πτωχοπροδρομικών ποιητών (αν και στα κείμενα που παραδόθηκαν παρατηρείται μια αξιοσημείωτη ενότητα ύφους), θα συνηγορούσε για την ύπαρξη ενός είδους ποίησης, που αποτέλεσε την έκφραση των κοινωνικών αντιθέσεων πίσω από τη λαμπρή επίφαση της αναγέννησης των γραμμάτων και των τεχνών που σημειώθηκε στους χρόνους των Κομνηνών. Μία τέτοια πλατύτερη κοινωνική λειτουργία υποδηλώνει ίσως την αρχική λαϊκή προέλευση των προδρομικών ποιημάτων· σε αυτό συνηγορεί και η ύπαρξη άφθονου σατιρικού στοιχείου, το οποίο χαρακτηρίζει επίσης έντονα τη λαϊκή ποίηση.
Dictionary of Greek. 2013.